Μία βόλτα στους παραδοσιακούς
φάρους, στο φαρικό μας δίκτυο
και στους φάρους της Αιγινας
και του Σαρωνικού
Γράφει ο Ηρακλής Καλογεράκης, Αντιναύαρχος ΠΝ (εα)
Κάθε χρόνο την Τρίτη Κυριακή του
Αυγούστου εορτάζεται παγκοσμίως «Η ημέρα των φάρων».
Με την ευκαιρία αυτή, θέλω
να σας ταξιδέψω σε θαλάσσιους δρόμους και να σας πάω νοερά σε μέρη που ούτε οι
ναυτικοί μας δεν έχουν δει!
Θέλω να σας δώσω με δεκάδες φωτογραφίες,
υλικό για να κάνετε πολλές σκέψεις σχετικά με τους φάρους, τη ναυτική μας
παράδοση, την ιστορία και τη πολιτιστική κληρονομιά που κάθε φάρος σηκώνει.
Οι φάροι και θάλασσα.
Η συνύπαρξη ανθρώπου και θάλασσας, εδώ και πολλές
χιλιετίες, είναι σχέση ζωής. Στους θαλάσσιους δρόμους συναντήθηκαν η ναυτοσύνη
με τον άνθρωπο, οι τέχνες με το εμπόριο και οι πολιτισμοί των λαών και εκεί δημιουργήθηκαν
πάμπολλα συναισθήματα. Χαρές- λύπες, ανησυχίες- φόβοι, ελπίδες, νοσταλγία-
υπομονή, αγωνία, θάρρος και άλλα πολλά. Οι ναυτικοί που διαβάζουν τα λόγια αυτά
και όσοι έχουν διαπλεύσει ωκεανό, με καταλαβαίνουν απόλυτα.
Εκεί που το κύμα της απέραντης γαλάζιας,
μπλε, πράσινης ή αγριεμένης θάλασσας, συναντά τις απόκρημνες ακτές, εκεί στέκονται
αγέρωχοι, για να δείξουν τη θέση τους, οι φάροι.
Φάρος σημαίνει φως
στο σκοτάδι, σημαίνει ζωή, σημαίνει ελπίδα, σημαίνει παρηγοριά, προστασία,
ασφάλεια, συντροφιά μα και περηφάνια. Χιλιάδες ανθρώπινες ψυχές, καράβια και
εμπορεύματα έχουν σωθεί χάρη στους φάρους αλλά και χιλιάδες άνθρωποι και πλοία
χάθηκαν για πάντα από την απουσία ή την πλημμελή λειτουργία τους.
Αμέτρητες είναι οι σελίδες, και οι
ώρες που αφιερώθηκαν από λογοτέχνες και ποιητές στους φάρους, Και τόνοι
χρωμάτων καταναλώθηκαν από ζωγράφους, για να τους αποθανατίσουν.
Κάθε φάρος έχει
και μια ιστορία ή ένα μύθο που τον συνοδεύει. Οι φάροι αποτελούσαν και ακόμη
αποτελούν, πηγή έμπνευσης σεναριογράφων, σκηνοθετών, γλυπτών και φωτογράφων και
δίνουν κίνητρα σε περιπατητές, πεζοπόρους ή ορειβάτες, για να πάνε κοντά τους.
Οι φάροι θεωρούνται, από τα
σημαντικότερα σύγχρονα μνημεία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Όμως, τα
τελευταία χρόνια πολλοί απ’ αυτούς, παραδομένοι στην φθορά του χρόνου, αλλά και
εγκαταλειμμένοι από την «πολιτεία», αργοσβήνουν, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Αυτές
οι εξαιρέσεις αφορούν τους φάρους που είχαν τη τύχη να κεντρίσουν το ενδιαφέρον
μερικών ρομαντικών, ευαισθητοποιημένων ανθρώπων ή ενεργών πολιτών.
Πριν όμως προχωρήσω θα ήθελα να αναφερθώ
στους όρους και στην ονοματολογία των φάρων.
Πυρσός είναι
κάθε συσκευή που εκπέμπει ένα ευδιάκριτο φως για την ασφάλεια των πλοίων στη παρακείμενη θαλάσσια περιοχή. Σκοπό
έχει να μας δείξει ένα προκαθορισμένο γεωγραφικό σημείο που θα βοηθήσει τα πλοία στην εύρεση της θέσης τους και
στη χάραξη της πορεία που θα ακολουθήσουν ή για να τους επισημάνει ένα κίνδυνο
ή ναυτιλιακό εμπόδιο.
Οι πυρσοί διακρίνονται σε φάρους, φανούς και φωτοσημαντήρες.
Φάρος είναι κάθε πυρσός, που βρίσκεται
σε παράκτιο κτίριο μετά πύργου, ή πύργος, από τη κορυφή του οποίου
επιδεικνύεται φως που καθοδηγεί τους ναυτιλλόμενους. Χρησιμεύει για την εύρεση
της θέσης του πλοίου κατά την πελαγοδρομία, την προσαιγιάλωση (όσοι έχετε
διαπλεύσει ωκεανό καταλαβαίνεται τι εννοώ) και την ακτοπλοΐα.
Φανός είναι κάθε πυρσός, με
μικρότερη φωτιστική μονάδα του φάρου για κάλυψη αναγκών της ναυσιπλοίας. Ο
φανός χρησιμεύει κυρίως για την ένδειξη εισόδου όρμων, λιμένων και διαύλων, για
την ένδειξη λιμενοβραχιόνων η της κεφαλής των προβλητών και φυσικά μπορεί να
χρησιμοποιηθεί και για την εύρεση της θέσης του πλοίου στην ακτοπλοία.
Φωτοσημαντήρας είναι κάθε πυρσός, που είναι
τοποθετημένος σε αγκυροβολημένο σημαντήρα, για την επισήμανση υφάλων
ναυτιλιακών κινδύνων, έργων ή εγκαταστάσεων.
Με τον όρο «Αεροναυτικός
Φάρος» χαρακτηρίζεται ο πυρσός τύπου, στον οποίο, μέρος της φωτεινής δέσμης
εκτρέπεται κατά 10 με 15° πάνω από τον ορίζοντα για τη χρήση του και από τα αεροσκάφη.
Τέλος υπάρχει άλλη μια κατηγορία φάρων, οι ραδιοφάροι
αεροπλοίας, που έχουν σαν σκοπό την επισήμανση ενός εναέριου διαδρόμου και
την υπόδειξη της θέσης των αεροδρομίων στα αεροπλάνα
Κάθε πυρσός εκπέμπει σταθερά το
ίδιο φωτεινό σήμα, που σε καμιά περίπτωση δεν είναι το ίδιο με το σήμα κάποιου
άλλου πυρσού στην ίδια θαλάσσια περιοχή. Η θέση του επισημαίνεται στους
ναυτικούς χάρτες και δίπλα του αναγράφονται τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που
έχει όπως:
α. το είδος της εκπομπής του φωτεινού
σήματος (σταθερό, αναλάμπων ή διαλείπων)
β. η διάρκεια εκπομπής (δηλ το φως
ανάβει επί Χ δλπ),
γ. η περίοδος εκπομπής του
(επαναλαμβάνεται ανά Χ δλπ),
δ. το χρώμα του εκπεμπόμενου φωτός (που συνήθως
είναι λευκό, πράσινο ή κόκκινο, υπάρχουν όμως φανάρια και σε κίτρινο,
πορτοκαλί, βιολετί και μπλε φως),
ε. το εστιακό του ύψος, δηλ η απόσταση της
φωτεινής πηγής από την επιφάνεια της θάλασσας
στ. η απόσταση από την οποία είναι ορατός, δηλαδή η
εμβέλεια της φωτοβολίας του.
Τα χαρακτηριστικά (α) έως (δ) είναι για την σωστή
αναγνώριση του φάρου ώστε, η διόπτευση που θα λάβουμε να είναι από τον σωστό
φάρο, ενώ τα (ε) και (στ) είναι για την υποβοήθηση στην εύρεση του στίγματος
του πλοίου με τον υπολογισμό της αποστάσεως μας από αυτόν.
Ας αναπολήσουμε λοιπόν τις
κλασικές μεθόδους εύρεσης θέσεως οι οποίες δυστυχώς δεν χρησιμοποιούνται πλέον
και πολύ αμφιβάλω και αν οι νέοι πλοίαρχοι τις γνωρίζουν
Στην δίπλα φωτογραφία βλέπεται ένα τμήμα από ναυτικό
χάρτη της περιοχής του Τούρλου Αίγινας, στο οποίο φαίνεται ο φανός που υπάρχει εκεί
και που μας λεει ότι έχει 3 αναλαμπές λευκού φωτός ανά 6δλ. Το εστιακό ύψος της
φωτεινής πηγής είναι 30 μέτρα και η εμβέλεια του είναι 5 ναυτικά μίλια.
Οι φάροι είναι στενά
συνδεδεμένοι με την ναυτική μας παράδοση και είναι σημείο αναφοράς όχι μόνο των
ναυτικών και των ντόπιων, αλλά ακόμη και των επισκεπτών της περιοχής στην οποία
βρίσκονται.
Το
πιο σημαντικό όμως είναι πως οι φάροι προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε όλους
τους ανθρώπους ανεξαρτήτως χρώματος, θρησκείας ή εθνικότητας!
Η ιστορία των φάρων και το Ελληνικό φαρικό δίκτυο.
Από
την εποχή των Αιγυπτίων και μέχρις αυτής των Φοινίκων, τα πλοία κινούνταν κοντά
στις ακτές αλλά μόνο κατά τη διάρκεια της ημέρας. Αργότερα, με οδηγό τη σελήνη
και τα αστέρια, ο άνθρωπος άρχισε να ταξιδεύει και τη νύχτα. Η πλεύση όμως ήταν
πιο δύσκολη και οι κίνδυνοι πολλοί. Τα βράχια, οι ύφαλοι, οι ξέρες και τα
ρεύματα έκρυβαν πολλές δυσάρεστες καταστάσεις, που ο ναυτικός έπρεπε να ξέρει
για να αντιμετωπίσει.
Οι
πρώτοι φάροι εμφανίστηκαν στη Μεσόγειο, η οποία εκτός από πηγή πολιτισμού θα
μπορούσε να χαρακτηριστεί και σαν τη «μάνα των φάρων».
Στον Ελλαδικό χώρο, οι πρώτες αναφορές κατασκευής και λειτουργίας
πυρσών γίνονται στα Ομηρικά έπη, όπου αναφέρεται ότι σε κορυφές λόφων, απόκρημνων
ακτών, ή πύργων, άναβαν εύφλεκτες ύλες για να διευκολύνουν την ασφαλή προσαιγειάλωση
και τη ναυσιπλοΐα. Παρόμοιες βέβαια μεθόδους είχαν και άλλοι ναυτικοί λαοί όπως
οι Φοίνικες και οι Αιγύπτιοι.
Οι
πυρσοί αυτοί παραχώρησαν με τα χρόνια και τη πρόοδο της τεχνολογίας, τη θέση
τους στους φάρους, με αποτέλεσμα αφ ενός η ναυσιπλοΐα να γίνει πιο ασφαλής, και
αφετέρου να ανθίσουν το εμπόριο με την οικονομία.
Η
ονομασία «Φάρος» που έχει επικρατήσει, προέρχεται από το όνομα της νησίδας
«Φάρος» στην είσοδο του λιμανιού της Αλεξάνδρειας, επί της οποίας τον 3ο π.Χ.
αιώνα επί βασιλείας Πτολεμαίου του Β, σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε από τον
Έλληνα αρχιτέκτονα Σώστρατο, ο ομώνυμος φάρος. Ο φάρος αυτός ήταν ο πιο
φημισμένος φάρος της αρχαιότητας και ένα από τα επτά θαύματα του κόσμου.
Το όνομα της νησίδας Φάρος, προέρχεται από την Αιγυπτιακή λέξη
«φαρέζ» που σημαίνει παρατηρητήριο, σκοπιά. Το ύψος του ήταν 157 μέτρα, η
φωτοβολία του 30 ναυτικά μίλια και ο φάρος ήταν 24ώρου λειτουργίας. Κατά την
διάρκεια νύκτας ο φάρος φωτοβολούσε, ενώ κατά την ημέρα «ανάδυε» ένα πυκνό
καπνό για να βοηθήσει τα πλοία να κατευθυνθούν προς το λιμάνι της Αλεξάνδρειας.
Δυστυχώς όμως ο φάρος αυτός καταστράφηκε ολοσχερώς από ένα μεγάλο σεισμό το 1323.
Για
την κατασκευή και ύπαρξη «πυρσών» κατά τη διάρκεια της Βυζαντινής
Αυτοκρατορίας, δεν ξέρουμε πολλά πράγματα. Ξέρουμε όμως πως ήταν ανοικτής
φλόγας που έκαιγε στη κορυφή πύργων και πως αναφέρονται συχνά τρεις φάροι. Ο
ένας βρισκόταν στην ευρωπαϊκή ακτή του Βοσπόρου (στις Συμπληγάδες πέτρες), ο
άλλος στη Κωνσταντινούπολη και ο τρίτος στη θέση Πανί της Προποντίδας.
Κατά
τη περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, παρόλο που οι Οθωμανοί είχαν
ενδιαφερθεί για τη δημιουργία πυρσών στην Ελλάδα, ο αριθμός τους ήταν μικρός και
λειτουργούσαν μόνο στις εισόδους των μεγάλων εμπορικών λιμένων όπως στη Χίο (1420),
στη Ρόδο (1490), στο Ρέθυμνο (1651), στο Πειραιά (1671) και στη Μυτιλήνη (1782).
Για τη διευκόλυνση όμως της ναυσιπλοίας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο
δεν υπήρξε κανένα ενδιαφέρον, γιατί την εποχή εκείνη ήταν σε έξαρση η πειρατεία
και δεν ήθελαν με το τρόπο αυτό να διευκολύνουν τους πειρατές.
Σιγά-σιγά όμως η ανάγκη δημιουργίας φάρων γινόταν
όλο και πιο επιτακτική αφ ενός λόγω της ανάπτυξης του θαλασσίου εμπορίου, και
αφ ετέρου λόγω της ανάγκης ύπαρξης τους σε δύσκολες γεωγραφικά, αλλά και
ζόρικες από πλευράς καιρικών συνθηκών, περιοχές
Μέχρι
τα τέλη του 18ου αιώνα, όλοι οι υπάρχοντες πυρσοί και φάροι λειτουργούσαν με
καύση ξύλου, άνθρακα, ρητινωδών ουσιών ή φυτικών ελαίων.
Στη συνέχεια στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, λειτουργούσαν
με κοινό λάδι και πετρέλαιο. Ήταν με λίγα λόγια, λάμπες με φυτίλι που έβαζαν
στη κορυφή των οχυρωματικών πύργων στα λιμάνια, με σκοπό να δείχνουν την είσοδο
τους.
Στους πυρσούς πετρελαίου υπήρχαν στο κέντρο φυτίλια
τα οποία είχαν γύρω-γύρω «κύλα μεταλλικά κάτοπτρα» για την με ανάκλαση εκπομπή,
ενός σταθερού φωτός.
Το πετρέλαιο όμως δημιουργούσε προβλήματα, κάπνα, και όλοι οι
θαλασσινοί λαοί έψαχναν συνεχώς να βρουν τρόπους βελτίωσης των πυρσών, και πάσχιζαν
να φτιάξουν συσκευές που θα παρήγαγαν «φως» για μεγάλα χρονικά διαστήματα,
χωρίς συχνό ανεφοδιασμό και χωρίς τη συνεχή παρουσία ανθρώπου σε αυτά.
Μεγάλο άλμα στην εξέλιξη των φωτιστικών
μηχανημάτων έδωσε το 1822 ένας Γάλλος φυσικός (Αυγουστίνος Φρεσνέλ), που επινόησε
ένα σύστημα με δυο τύπους φακών, οι οποίοι συγκέντρωναν και ευθυγράμμιζαν το
φως και στη συνέχεια το ενίσχυαν με αποτέλεσμα οι φάροι να έχουν εμβέλεια πάνω
από 20νμ.
Οι φάροι όμως αυτοί, απλά εξέπεμπαν ένα σταθερό φως, χωρίς κάποιο
χαρακτηριστικό, με υπαρκτό τον κίνδυνο να μπερδευτεί με κάποια άλλη πηγή φωτός στη
περιοχή, και να προκληθεί ατύχημα.
Τρία
χρόνια αργότερα, το 1825, ένας άλλος Γάλλος μηχανουργός (Χένρυ Λεπάτ)
κατασκεύασε και παρουσίασε ένα ωρολογιακό μηχανισμό που περιέστρεφε τα οπτικά
κάτοπτρα με τη βοήθεια ενός αντίβαρου. Από τότε είχαμε πλέον μια περιστρεφόμενη
δέσμη φωτός που δημιουργούσε και απέδιδε ένα συγκεκριμένο “χαρακτηριστικό” στο
φάρο.
Πολύ αργότερα, το 1910, ένας Σουηδός μηχανικός (Γουστάβος
Νταλέν), κατασκεύασε ένα μηχανισμό καύσης αερίου ασετιλίνης που εκμεταλλευόταν
την πίεση του αερίου στην φιάλη, και απελευθέρωνε ανά τακτά χρονικά διαστήματα
μια ποσότητα αερίου, που στη συνέχεια αναφλέγονταν, και δημιουργούσε έτσι τις
επαναλαμβανόμενες εκλάμψεις. Αυτοί οι αυτόματοι πλέον πυρσοί ασετιλίνης, με
φωτοβολία μέχρι και 15 ν.μ. ήταν πολύ αξιόπιστοι και είχαν αυτονομία καύσιμης
ύλης 13 μηνών.
Δεν απαιτούσαν ούτε κτιριακή εγκατάσταση, ούτε τη
συνεχή παρουσία των φαροφυλάκων. Περιόριζαν συνεπώς κατά πολύ τις δαπάνες εγκατάστασης
και λειτουργίας των φάρων και γι’ αυτό ο εφευρέτης πήρε το 1913, το βραβείο
Nobel.
Στη χώρα μας το 1980, αντικαθίστανται οι λυχνίες πετρελαίου και ασετυλίνης, αρχικά με ηλεκτρικούς
και αργότερα με φωτοβολταικούς, φωτιστικούς μηχανισμούς. Σήμερα, τα φωτιστικά
μηχανήματα όλων των πυρσών, λειτουργούν με ηλεκτρική ενέργεια που τους
παρέχεται από συσσωρευτές οι οποίοι φορτίζονται ή από το δίκτυο της ΔΕΗ ή μέσω
φωτοβολταϊκών συστημάτων. Την περίοδο αυτή είναι σε εξέλιξη εργασίες
αντικατάστασης των λυχνιών αυτών, με λυχνίες LED.
Το Φαρικό μας δίκτυο
Από τις αρχές του 19ου αιώνα, δημιουργούνται ανά τον
κόσμο τα «φαρικά δίκτυα». Αυτά είναι
μια σειρά πυρσών για να δείχνουν στα πλοία που παραπλέουν απόκρημνες ή
επικίνδυνες ακτές, τα ασφαλή «μονοπάτια», ή για να φωτίζουν την ακριβή θέση, της
εισόδου ενός λιμανιού.
Πολύ συχνά οι φάροι αυτοί κατασκευάζονταν μετά από κάποιο σοβαρό
ναυτικό ατύχημα ή ναυάγιο. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του πρώτου φανού του
νεώτερου ελληνικού κράτους, που μπήκε στα τέλη του 1824 στην Αίγινα μετά από το
ναυάγιο ενός καϊκιού και επίσης του φάρου στον Αρμενιστή της Μυκόνου που
κτίστηκε το 1891 μετά το ναυάγιο του ατμόπλοιου Volta της Βρετανικής
Τηλεγραφικής Εταιρείας.
Ας έλθουμε
όμως στην Αίγινα, όπου λειτούργησε ο πρώτος
φανός της νεώτερης Ελλάδας.
Από τη
καταστροφή των Ψαρών τον Ιούνιο του 1824 σώθηκαν περίπου 3.600 άτομα, στα οποία
η Ελληνική Κυβέρνηση παραχώρησε τη Μονεμβασιά για να κατοικήσουν και όρισε τον
Κανάρη, που ήταν από τα λίγα πρόσωπα που εμπιστευόταν ο Καποδίστριας, φρούραρχο
της περιοχής.
Μερικοί
από αυτούς αποφάσισαν το χειμώνα να έλθουν στην Αίγινα που ήταν πιο ασφαλής
περιοχή και είχαν αρκετούς συντοπίτες τους εδώ. Ως γνωστό στην Αίγινα του 1824,
υπήρχε μια ανθούσα Ψαριανή κοινότητα, με μεγάλη οικονομική και κοινωνική
δραστηριότητα. Τα περισσότερα μέλη της κοινότητας αυτής, ησχολούντο με τη
ναυτιλία, τη σπογγαλιεία και γενικά με το εμπόριο.
Την εποχή
λοιπόν εκείνη, ένα απόγευμα με πολύ κακό καιρό, με μεγάλη τρικυμία και με μικρή
ορατότητα, το σκάφος με τους Ψαριανούς πρόσφυγες στη προσπάθεια του να μπει στο
λιμάνι της Αίγινας, δεν κατάφερε να αναγνωρίσει το σημείο εισόδου, και
προσέκρουσε στα βράχια με αποτέλεσμα να σκοτωθεί ένας, να τραυματιστούν οι
υπόλοιποι και το σκάφος τους να καταστραφεί τελείως.
Με
αφορμή το περιστατικό αυτό μερικοί Ψαριανοί πλοίαρχοι, που ήταν αυτόπτες
μάρτυρες του ατυχήματος, αποφάσισαν να μπει εκεί ένα φανάρι για να δείχνει την
άκρη της μπούκας του λιμανιού. Μάζεψαν λοιπόν χρήματα και τα έδωσαν στον
εφημέριο του παραπλεύρως ευρισκόμενου ναού, του Αγίου Νικολάου του θαλασσινού,
για να αγοράσει και να τοποθετήσει ένα «λαδοφάναρο» στον τρούλο της εκκλησίας.
Ο ιερέας, μάρτυρας και αυτός του συμβάντος, συμφώνησε με την ιδέα και έπραξε τα
αποφασισθέντα. Τα πάγια έξοδα λειτουργίας του φανού, δηλαδή τα χρήματα για τα φυτίλια και το λάδι,
ανέλαβαν να καλύπτουν οι Ψαριανοί πλοίαρχοι που ζούσαν τότε στην Αίγινα.
Αργότερα
το 1827, όταν ο Καποδίστριας όρισε την Αίγινα πρωτεύουσα του νεοσύστατου
Ελληνικού κράτους και άρχισε την ανοικοδόμηση της Ελλάδας, αποφασίστηκε να
χτιστεί από πέτρες του νησιού στο στόμιο του λιμανιού, ένας φάρος για να
αντικαταστήσει το λαδοφάναρο.
Ο
«φάρος» αυτός άναψε το 1829 και είναι ο
πρώτος καταγραμμένος στους διεθνείς καταλόγους της εποχής, Ελληνικός φάρος.
Μέχρι το 1831 ο φάρος αυτός ήταν ο
μοναδικός πυρσός στο ελληνικό κράτος. Αργότερα ο φάρος αυτός, για την
εκτέλεση νέων έργων κατεδαφίστηκε και δεν υπάρχει πλέον.
Το 1831 κατασκευάστηκαν
και τέθηκαν σε λειτουργία δυο φάροι, ο ένας στην είσοδο του λιμένα των Σπετσών
και ο άλλος κολλητά στο ναό του Αγ. Νικολάου στην είσοδο του λιμανιού της Κέας.
Αργότερα το 1834 κτίστηκε
από τον δήμο της Ερμούπολης, την περίοδο του βασιλιά Όθωνα, ένας Φάρος στη νησίδα
Γάιδαρος που είναι απέναντι από την είσοδο του λιμανιού της Σύρου. Ο φάρος
αυτός είναι πέτρινος, κτίστηκε για να αναδειχθεί το αναπτυσσόμενο τότε λιμάνι και
ήταν ο μοναδικός «επώνυμος» φάρος της περιοχής, αφού το έργο ανατέθηκε σε ένα εκ
των καλύτερων αρχιτεκτόνων της εποχής, στον συντοπίτη του Όθωνα, Βαυαρό Γιόχαν
Ερλάχερ.
Το παράδειγμα αυτό της
Ερμούπολης μιμήθηκαν τα επόμενα χρόνια, κατασκευάζοντας όμορφους λιθόκτιστους
φάρους, με περιστροφικούς μηχανικούς, ο Πειραιάς και τα περισσότερα νησιά του
Αργοσαρωνικού και των Κυκλάδων.
Ο φάρος αυτός μαζί με τον φάρο στη Τζιά, ανήκει σε
ένα ιδιαίτερο τύπο φάρων που έχει το σπίτι του φαροφύλακα στο ισόγειο του.
Το 1856 έγιναν οι φάροι στη νησίδα Ψυττάλεια και ο φάρος στο ακρωτήρι Φάσσα της Άνδρου.
Στον πιο κάτω χάρτη βλέπεται την
ανάπτυξη του φαρικού μας δικτύου. Ξεκίνησε το 1829 με ένα φάρο και έφτασε τις
αρχές του Βου ΠΠ να έχει 388. Στον χάρτη αυτό με κόκκινο σημείο είναι οι Αγγλικής
κατασκευής φάροι (από τη προσάρτηση επτανήσων), με πράσινο οι Οθωμανικής και με
μπλε και γαλάζιο οι Ελληνικοί.
Η αλματώδης αύξηση που φαίνεται, από 29 σε 256
πυρσούς, έγινε γιατί το 1887 η κυβέρνηση, πιεζόμενη ασφυκτικά από τις
ευρωπαϊκές ναυτιλιακές εταιρείες, προκειμένου στις θάλασσες μας να υπάρχει
ασφαλής ναυσιπλοία, προχώρησε στη κατασκευή νέων πυρσών.
Εδώ αξίζει να
μνημονεύσουμε το σημαντικό ρόλο που έπαιξε στην ανάπτυξη και λειτουργία του φαρικού μας δικτύου
ένας λαμπρός, ευσυνείδητος αξιωματικός του Ναυτικού και αργότερα ακαδημαϊκός, ο
Στυλ. Λυκούδης που υπηρέτησε την Υπηρεσία Φάρων για περισσότερο από 50 χρόνια.
Κατά τη θητεία του εκεί επεκτάθηκε το φαρικό μας δίκτυο με τη προσθήκη 191
πυρσών.
Κατά τη διάρκεια του Β ΠΠ οι φάροι μας υπέστησαν μεγάλες καταστροφές,
αφού αποτελούσαν εύκολο και εμφανή στόχο τόσο στις αεροπορικές, όσο, και στις
ναυτικές επιθέσεις. Οι μεγαλύτερες όμως καταστροφές δεν έγιναν κατά τη διάρκεια
του πολέμου, μα έγιναν κατά την αποχώρηση των Γερμανικών στρατευμάτων από την
Ελλάδα, από τις ανατινάξεις τους.
Μετά
τον πόλεμο, η πρώτη προσπάθεια ανασυγκρότησης του δικτύου άρχισε το 1945 και
συνεχίστηκε έως τα μέσα της δεκαετίας του ΄50 με την ανακατασκευή περίπου 80
φάρων ενώ σε αρκετές περιπτώσεις η αποκατάσταση των ζημιών δεν ολοκληρώθηκε
ποτέ, γιατί προτιμήθηκε να μπουν μεταλλικές κατασκευές ή φωτοσημαντήρες που
ήταν πολύ φθηνότεροι και ευκολότεροι στην τοποθέτηση, αλλά κυρίως στη
συντήρηση.
Στην εικόνα - χάρτη βλέπετε την αύξηση του αριθμού των πυρσών που αυξάνονται
σταδιακά από 445 και φτάνουν τους 1552 το έτος 2015 εκ των οποίων μόνο οι 58 ήταν
επιτηρούμενοι. Είχαν δηλαδή φαροφύλακα.
Ο
εκσυγχρονισμός αυτός του Φαρικού μας δικτύου με
ηλεκτρικούς πυρσούς ολοκληρώθηκε το 1998 και είχε σαν αποτέλεσμα τη δραστική
μείωση των φαροφυλάκων, δηλ του προσωπικού λειτουργίας και συντήρησης των φάρων.
Από 320 άτομα που είχε, έχει σήμερα μόνο 70.
Το φαρικό μας δίκτυο, θεωρείται από τα μεγαλύτερα
και τα πιο οργανωμένα στον κόσμο, και αποτελείται από 1552 πυρσούς εκ των
οποίων οι 52 είναι επιτηρούμενοι με τους 8 μόνιμα επανδρωμένους από φαροφύλακες.
Το τεράστιο αυτό δίκτυο εκτείνεται σε μήκος 18.400 χιλ. και καλύπτει τις
ανάγκες φωτοσήμανσης 9.835 νησιών-νησίδων-βραχονησίδων, 1345 κόλπων και όρμων,
161 στενών και διαύλων και 520 λιμανιών.
Καθεστώς λειτουργίας φάρων και
νομικό πλαίσιο
Το καθεστώς λειτουργίας των φάρων και του φαρικού μας δικτύου
ρυθμίζεται από το νόμο 4278/2014. Σύμφωνα
με το νόμο αυτό η Υπηρεσία Φάρων, είναι ο αρμόδιος κρατικός φορέας που έχει την
αποκλειστική δικαιοδοσία εγκατάστασης, λειτουργίας, και συντήρησης του συνόλου
πυρσών του Φαρικού Δικτύου της Χώρας.
Οι εγκαταστάσεις των πυρσών είναι δημόσιας ωφέλειας και η τοποθέτηση,
τροποποίηση ή αντικατάσταση τους, απαγορεύεται χωρίς την άδεια της Υπηρεσίας
Φάρων. Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται, υπό προϋποθέσεις, και για
συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, η πολιτιστική αξιοποίηση από φορείς τοπικής
αυτοδιοίκησης, άλλους δημόσιους φορείς και μη κερδοσκοπικά σωματεία, των
φαρικών κτισμάτων που έχουν χαρακτηριστεί ως μνημεία νεότερου πολιτισμού.
Κάθε
φάρος διαθέτει μια «Ζώνη Ασφαλείας»
(νοητός κύκλος ακτίνας 200 μέτρων με κέντρο το φάρο) που αποσκοπεί στην
προστασία της απρόσκοπτης λειτουργίας και της απόδοσης του φάρου. Στην περιοχή αυτή απαγορεύεται για ευνόητους λόγους κάθε οικοδομική
εργασία χωρίς την άδεια του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, η οποία εκδίδεται μετά
τη σύμφωνη γνώμη του ΓΕΝ.
Εποπτεία. Οι Λιμενικές αρχές εποπτεύουν την
κανονική λειτουργία των πυρσών που υπάγονται στην κατά τόπο αρμοδιότητά τους,
και ειδοποιούν αμέσως την Υπηρεσία Φάρων για κάθε πρόβλημα ή δυσλειτουργία. Επίσης
όπως σε όλα τα εγχειρίδια Ναυτιλίας-Ακτοπλοίας ρητά αναφέρεται πως ακόμη και οι
ερασιτέχνες ναυτικοί, έχουν την υποχρέωση να αναφέρουν κάθε σχετικό πρόβλημα των
φάρων για
την ασφάλεια της ναυσιπλοίας.
Σύμφωνα με τα
άρθρα 9 και 10, η δαπάνη εγκατάστασης,
συντήρησης και επισκευής πυρσού, άν αυτός έχει ως αποκλειστικό σκοπό το
φωτισμό εισόδου λιμένα ή προλιμένα, βαρύνει εξ ολοκλήρου τον αρμόδιο φορέα
χρήσης-διοίκησης και εκμετάλλευσης του λιμένα. Αν όμως εξυπηρετεί επιπλέον
σκοπούς, τότε βαρύνει ισομερώς το Δημόσιο και τον αρμόδιο φορέα χρήσης,
διοίκησης και εκμετάλλευσης.
Κάθε
χρόνο το Σεπτέμβριο μήνα, η Υπ. Φάρων ενημερώνει τους σχετικούς φορείς ως προς
το ύψος και τον τρόπο υπολογισμού της απαιτούμενης δαπάνης για τη συντήρηση των
πυρσών στο επόμενο ημερολογιακό έτος.
Ο Σαρωνικός κόλπος και οι φάροι του.
Ο Σαρωνικός με τα στενά του περάσματα και τη συχνή διέλευση
πλοίων, ήταν και συνεχίζει να είναι, μια περιοχή με πολλούς φάρους. Από τη
περιοχή αυτή, εκτός των επιβατικών πλοίων και των τουριστικών σκαφών,
διέρχονται όλα τα πλοία που πάνε στο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας, στον Πειραιά,
στην επισκευαστή ζώνη Περάματος, στο Σκαραμαγκά και Ελευσίνα, στον ισθμό της
Κορίνθου, στα διυλιστήρια των Αγίων Θεοδώρων ή στους σταθμούς Φυσικού Αερίου
και πετρελαίου στη Ρεβυθούσα και στη Πάχη των Μεγάρων.
Επίσης
και η κίνηση γύρω από την Αίγινα ήταν πάντα αυξημένη αφού με τα πλούσια
κοιτάσματα της «μαυρόπετρας» στα βουνά, του πωρόλιθου (πουρί) και της πασπάρας
στα χαμηλά χτιζόταν από κάστρα, τείχη και κτίρια, μέχρι παρασκευαζόταν τσιμέντα
και σκεύη. Χώροι λατρείας (ναός της Αφαίας, ναός του Απόλλωνα στην Κολόνα) στην
Αίγινα και άλλα μέρη (Αθήνα, Σούνιο,
Πόρο, Ελευσίνα, Κόρινθο, Κέρκυρα, Λέσβο) αλλά και νεότερα μνημεία (μητρόπολη,
ορφανοτροφείο) καθώς και πολλά αρχοντικά ανά την Ελλάδα, είναι κατασκευασμένα από
τον Αιγινήτικο αυτό θησαυρό. Επί Καποδίστρια, χρησιμοποιήθηκε κατά κόρο ο
πωρόλιθος, «πουρί» της Αίγινας για να χτιστούν τα δημόσια κτήρια τόσο στο νησί,
όσο και σε άλλα μέρη της Ελλάδας και επίσης γινότανε μεγάλη εξαγωγή μιας
παραλλαγής του ίδιου πετρώματος σε χώμα (πασπάρα) για την παρασκευή τσιμέντου ή
πήλινων σκευών. Η δραστηριότητα όμως αυτή κράτησε για μια 25ετία μόνο, αφού το
τσιμέντο, στα μέσα της δεκαετίας του 50 αντικατέστησε τον παραδοσιακό τρόπο
κτισίματος των σπιτιών και το πλαστικό τα πήλινα σκεύη.
Η
αυξημένη συνεπώς ναυτιλιακή κίνηση στο Σαρωνικό απαιτούσε για θέματα ασφαλείας
ναυσιπλοίας, πολλούς πυρσούς. Χαρακτηριστικά δείτε στην επόμενη φωτογραφία την
ημερήσια κίνηση μιας καλοκαιρινής μέρας (μιας Κυριακής) στο Σαρωνικό.
Σήμερα το σύνολον των πυρσών
στον Σαρωνικό κόλπο ανέρχεται στους 96 και δυστυχώς η κατάσταση αρκετών από
αυτούς, κυρίως αυτών που βρίσκονται σε ερημονήσια, είναι πολύ άσχημη. Μερικοί
μάλιστα απειλούνται και με κατάρρευση! Απ τους πυρσούς αυτούς έχουν
χαρακτηριστεί σαν μνημεία και έχουν ανακαινιστεί μόνο 5 φάροι. Δύο (2) είναι
στη Κέα, ένας είναι στην Ντάνα του Πόρου, ένας στο Σουσάκι Κορινθίας και ένας
στη Κόγχη -Περιστέρια της Σαλαμίνας.
|
|
Φάροι στη ΚΕΑ (ΤΖΙΑ)
|
|
|
|
Ντάνα, Πόρου
|
Σουσάκι, Κορινθίας
|
Κόγχη Σαλαμίνας
|
Οι φάροι της Αίγινας
Στην Αίγινα είναι τοποθετημένοι 14 πυρσοί εκ των οποίων ένας είναι φάρος
για την ναυσιπλοία (στην Ακρα Πλακάκια), δύο είναι φανοί για την επισήμανση
ναυτιλιακών κινδύνων και ακτοπλοία [στην Άκρα Τούρλος και στη νήσο Μονή, τρεις είναι
φανοί ένδειξης λιμενοβραχίονα (ένας στο Λιμάνι Αίγινας, ένας στο Λεόντι, ένας στην
Αγ. Μαρίνα και έξη είναι φανοί ένδειξης εισόδου λιμένων, οι 4 είναι στην Αίγινα
και οι 2 στη Σουβάλα.
|
|
Φάρος
στην Ακ. Πλακάκια, Αίγινας
|
|
|
Φανοί
στη Μονή και στον Τούρλο, Αίγινας
|
|
|
|
Φανοί ένδειξης εισόδου
λιμανιού και λιμενοβραχίονα Αίγινας
|
|
|
|
Φανός λιμενοβραχίονα
εμπορικού λιμένα Λεοντείου
|
Φανοί εισόδου λιμένα Σουβάλας
|
Φανός προβλήτα Αγ. Μαρίνας
|
Υπάρχει
και ένας ραδιοφάρος για τα αεροπλάνα στη θέση Λιβάδι ο οποίος δεν εκπέμπει φως αλλά
ραδιοκύματα.
Συντήρηση φάρων
Αρκετοί από τους φάρους της χώρας μας και κυρίως
οι πέτρινοι, έχουν υποστεί από το χρόνο και τις καιρικές συνθήκες, μεγάλες
φθορές, ενώ μερικοί έχουν μερικώς καταρρεύσει. Παρά το γεγονός ότι η Υπηρεσία
Φάρων καταβάλλει φιλότιμες προσπάθειες για τη συντήρησή τους, η έλλειψη προσωπικού
(μείωση φαροφυλάκων από 300 σε 70 άτομα) αλλά κυρίως των απαιτούμενων κονδυλίων,
οδηγεί δυστυχώς στην ύπαρξη άσχημων εικόνων στους όμορφους φάρους.
Η συντήρηση-επισκευή των φάρων εκτελείται από την Υπηρεσία Φάρων ανάλογα με τις εκάστοτε
διατιθέμενες πιστώσεις, που δυστυχώς λόγω της οικονομικής κρίσης είναι πολύ
χαμηλές. Χαρακτηριστικά να αναφέρουμε πως από τον προϋπολογισμό του ΓΕΝ για την
τριετία 2008 - 2010, διατέθηκαν για τη συντήρησή όλων των φάρων μόνο 80.000 €.
Η κρίση τότε ερχόταν και το Πολεμικό Ναυτικό προτίμησε τη συντήρηση των
φρεγατών από τους φάρους.
Το πρόβλημα αυτό της συντήρησης του φαρικού δικτύου, δεν είναι μόνο Ελληνικό.
Απασχολεί όλες τις χώρες του κόσμου και γιαυτό από το 1996 έχουν συγκροτηθεί
και λειτουργούν 3 ομάδες εργασίας που ασχολούνται με την καταγραφή των φάρων,
την περιγραφή της κατάστασή τους, και την εξεύρεση λύσεων για τη διάσωση τους.
Μία ιδέα που κατακτά συνεχώς έδαφος στις περισσότερες χώρες, είναι
η μετατροπή των φάρων σε μουσεία. Η δική μας Υπηρεσία Φάρων, εξέτασε μια άλλη
εναλλακτική λύση με την οποία γίνεται αυτοχρηματοδότηση των έργων συντήρησης
και επισκευής τους από τα φαρικά τέλη που προβλέπονται με νόμο να επιβάλλονται,
και μετά να χρησιμοποιηθούν σαν ξενώνες ή πολιτιστικά κέντρα, για να
αυτοσυντηρούνται. Στην γειτονική μας Ιταλία έχει ήδη ξεκινήσει πρόγραμμα με το
οποίο οι παραδοσιακοί φάροι παρέχονται δωρεάν για 100 χρόνια σε ιδιώτες με την
υποχρέωση να τον φροντίζουν και να καλύπτουν τα έξοδα λειτουργίας και
συντήρησης των.
Τα ετήσια έσοδα από τα φαρικά αυτά τέλη ανέρχονται σε περίπου 3
εκατομμύρια ΕΥΡΟ τα οποία όμως αποδίδονται από το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας
στο Υπουργείο Οικονομικών και δεν πάνε όλα εκεί που προορίζονται να πάνε.
Επίσης, το ΥΕΝ εξετάζει από το 2014, μαζί με την απόδοση τους στην Υπηρεσία
Φάρων και την αναπροσαρμογή των τελών, προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα
προβλήματα της συντήρησης και ανακαίνισης των πυρσών του φαρικού μας δικτύου.
Το θέμα όμως αυτό ακόμη επεξεργάζεται ή παραμένει ξεχασμένο σε κάποιο συρτάρι.
Προ
εικοσαετίας, το Υπουργείο Πολιτισμού αξιολόγησε τους φάρους του φαρικού μας
δικτύου (1431) και κατέγραψε 144 πέτρινους παραδοσιακούς φάρους. Από αυτούς οι 46
χαρακτηρίστηκαν ως Διατηρητέα Ιστορικά Μνημεία και επί πλέον η Υπηρεσία Φάρων
έχει ζητήσει το χαρακτηρισμό δέκα (10).
Οι φάροι αυτοί αποτελούν παραδοσιακά μνημεία με ιδιαίτερη
αρχιτεκτονική
κατασκευή, εξακολουθούν να συμβάλλουν στην ανάπτυξη και ασφάλεια της
ναυσιπλοΐας, είναι συνδεδεμένοι με την ναυτική παράδοση της Ελλάδας και
αποτελούν σημείο αναφοράς και των
ναυτιλλομένων και των τουριστών.
Λόγω
των αδυναμιών χρηματοδότησης για την αποκατάσταση και συντήρηση των κτιριακών
εγκαταστάσεων όλου του εκτεταμένου Φαρικού μας Δικτύου, προτάθηκε το 2007 από
την Υπ. Φάρων και εντάχθηκε στο ΕΣΠΑ 2007-2013 η αποκατάσταση των σαράντα έξη
(46) Φάρων με συνολικό προϋπολογισμό 6.197.000 €. Έτσι την οκταετία 2008 – 2015 αποκαταστάθηκαν
συνολικά 21 πέτρινοι φάροι.
Από αυτούς δώδεκα (12) πέτρινοι Φάροι αποκαταστάθηκαν με
χρηματοδότηση, επίβλεψη αλλά και εργασία από το προσωπικό της Υπηρεσίας Φάρων.
Χρηματοδοτήθηκαν εξ ιδίων πόρων δηλ. από το
μικρό ποσοστό των λιμενικών τελών που καταλήγουν στην Υπηρεσία Φάρων και είναι:
1
Δρέπανο
Χανίων (2007-2008)
|
2
Σουσάκι
Κορινθίας (2008)
|
3
Βρυσάκι
Λαυρεωτικής (2008)
|
4
Αγ.
Νικόλαος Κέας (2009)
|
5
Κασσάνδρα
Χαλκιδικής (2009-10)
|
6
Γουρούνι
Σκοπέλου (2010-2011)
|
7
Καψάλι
Κυθήρων (2010-2011)
|
8
Σίγγρι
Μυτιλήνης (2011-2012)
|
9
Δρέπανο
Πατρών (2012)
|
10
Κόρακας
Πάρου (2012)
|
11
Σπαθί
Σερίφου (2013) και
|
12
Δουκάτο
Λευκάδας (2014)
|
Τέσσερις (4) φάροι αποκαταστάθηκαν με δημόσια χρηματοδότηση, μέσω τοπικών φορέων
Δήμων και Νομαρχιών που είναι:
1. Ο Φάρος στο Φανάρι Ίου. (απο Δήμο Ιητών με
χρηματοδότηση από τα ΠΕΠ της περιφέρειας Νοτ. Αιγαίου)
2. Ο Φάρος στο Κάστρο ή Φυκιότρυπα της
Μυτιλήνης (αποκαταστάθηκε από το Δήμο και Υπ. Πολιτισμού).
3. Ο Φάρος στον Αγ. Σώστη Μεσολογγίου (αποκαταστάθηκε
από τον Δήμο Μεσολογγίου με χρηματοδότηση νομαρχίας Αιτωλοακαρνανίας). και
4. Ο Φάρος στο Μ. Έμβολο Αγγελοχωρίου (αποκαταστάθηκε
από Υπηρ. Φάρων και δήμο Μηχανιώνας με χρηματοδότηση Υπ. Μακεδονίας Θράκης)
Τρεις (3) Φάροι αποκαταστάθηκαν με ιδιωτική χρηματοδότηση
μέσω του Μη-Κερδοσκοπικού Ιδρύματος «Αικατερίνη Λασκαρίδη» στο Ταίναρο Λακωνίας (αποκαταστάθηκε το 2008)., στον Καβο Μαλέα
της Λακωνίας (αποκαταστάθηκε το 2009) και στη Ντάνα του Πόρου (αποκαταστάθηκε
το 2011).
Εδώ
αξίζει να σας διαβάσω τι έγραψε στο ημερολόγιο του ο Αρχιτέκτονας Δημ. Ευταξιόπουλος:
|
|
Φ. Ταίναρο
|
Φ. Μαλέας
|
Σάββατο, 16/2/2008:
Επισκευάζαμε δυο αποθήκες στο σπίτι του Πάνου Λασκαρίδη και κάποια στιγμή με
καλεί για μια ξεχωριστή κουβέντα. Μου δείχνει 3 φωτογραφίες με ερειπωμένους
φάρους (Ταίναρο-Μαλέας-Παραπόλα) και μου ανακοινώνει τη πρόθεση του να τους
επισκευάσει ιδίοις εξόδοις. Με ερωτά ευθέως αν έχω και εγώ το «ψώνιο» για ένα
τέτοιο δύσκολο και πρωτόγνωρο επιχείρημα. Χωρίς δισταγμό του απαντώ ΝΑΙ και
συμφωνήσαμε η επόμενη συνάντηση μας να είναι στο γραφείο του διοικητού της Υπ.
Φάρων.
Σάββατο
29/3/2008, Πήρα το CD
με άπειρες φωτογραφίες απο το φάρο στο ακρωτήριο Ταίναρο που είχε τραβήξει ο
Πάνος Λασκαρίδης πέρυσι. Φρίκη! Ένα αρχιτεκτονικό κομψοτέχνημα υπό κατάρευση!
Δευτέρα
5/5/2008,
Συνάντηση με διοικητή Υπ. Φάρων και Πάνο Λασκαρίδη.
Τρίτη
6/5/2008 Πάω στην Υπ. Φάρων και παραλαμβάνω 2-3 πολύ παλιά σχέδια. Κανονίζουμε
να κατέβω στο φάρο......... Έτσι ξεκίνησε η ιστορία ανακαίνισης!
Τέλος
δύο έργα αποκατάστασης πέτρινων φάρων
χρηματοδοτήθηκαν μέσω του ΕΣΠΑ 2007-2013 για τους φάρους στη περιοχή Κοκκινόπουλο
Ψαρών (αποκαταστάθηκε το 2014) και στη Μονεμβασία, που τα έργα άρχισαν το 2015
και τέλειωσαν πριν 2 χρόνια, ενώ τα εγκαίνια του έγιναν τον περασμένο μήνα.
Μέχρις εδώ είδαμε τι έχει γίνει για τους παραδοσιακούς
φάρους και τώρα ας δούμε τι πρόκειται να γίνει στους υπόλοιπους. Από την Υπηρεσία Φάρων έχει προταθεί να ενταχθούν στις
εργασίες αποκατάστασης με χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ 2014-2020, κατά σειρά
προτεραιότητας οι εξής δεκαπέντε (15) πέτρινοι φάροι:
1. Κόγχη Σαλαμίνας
|
2. Τρίκκερι Μαγνησίας
|
3. Αγ. Ηλίας Αμοργού
|
4. Γαύριο Άνδρου
|
5. Σίδερος Κέρκυρας
|
6. Πάνορμος Τήνου
|
7. Άστρος Κυνουρίας
|
8. Λιμένι Λακωνίας
|
9. Κρανάη Γυθείου
|
10. Φισκάρδο Κεφαλληνίας
(γίνεται τώρα)
|
11. Αρμενιστής Μυκόνου (έχει
γίνει)
|
12. Καστρί Οθωνών
|
13. Τάμελος Κέας
|
14. Τσιχλί Μπαμπά Πύλου
|
15. Λιθάρι Σκύρου
|
Οι φάροι, τα όμορφα αυτά μνημεία αρχιτεκτονικής, σας αυτά που
φτιάχτηκαν στο παρελθόν δεν πρόκειται να ξαναγίνουν γιατί σήμερα οι ανάγκες
επισήμανσης για λόγους οικονομίας χρόνου κατασκευής, συντήρησης αλλά και
οικονομικού κόστους, γίνονται με τσιμεντένιες ή σιδηρές κατασκευές.
Παρά την πρόοδο των επιστημών και της τεχνολογίας,
παρά τη χρήση των ραδιοβοηθημάτων, των ηλεκτρονικών χαρτών και του GPS, που
συνεχώς κατακτά έδαφος, η χρησιμότητα των φάρων, δεν έχει παραγκωνιστεί.
Φαντασθείτε τι μπορεί να γίνει αν από βλάβη ένα σκάφος χάσει την ηλεκτρική του
ισχύ (black out) ή αν χαθούν για κάποιο λόγο τα σήματα των δορυφόρων ή αν μπει στα
σήματα κάποιο σκόπιμο λάθος. Τότε είναι που θα δούμε τη χρησιμότητα των φάρων
το φως των οποίων ταξιδεύει πολύ μακριά.
Οι φάροι όμως γενικά, εκτός από
ναυτιλιακό βοήθημα, αντιπροσωπεύουν την πολιτιστική μας κληρονομιά και η
αρχιτεκτονική των φάρων με την αστραφτερή ομορφιά τους, δεν πρόκειται ποτέ, και
δεν πρέπει να αφήσουμε, να ξεθωριάσει.
Ας σεβαστούμε λοιπόν τους
εναπομείναντες παραδοσιακούς φάρους, ας τους φροντίσουμε, ας τους συντηρήσουμε και
ας μην επιτρέψουμε σε κανένα να αμαυρώσει την ιστορία τους ή να ασχημύνει την
ομορφιά τους.