Τρίτη 8 Μαρτίου 2011

Η Ελλάδα χρειάζεται σοβαρότερη αντεγκληματική πολιτική, πιο αξιόπιστες ομάδες δίωξης του εγκλήματος και καλύτερη δημόσια τάξη.

Ο γνωστός εγκληματολόγος 'Αγγελος Τσιγκρής κρούει τον κώδωνα κινδύνου για τις επιπτώσεις της κυβερνητικής πολιτικής στην αύξηση της εγκληματικότητας.
Μια νέα μορφή, πρωτόγνωρη για τα ελληνικά δεδομένα, με κύριο χαρακτηριστικό την ωμή χρήση βίας, έχει κάνει την εμφάνισή της στη χώρα μας, την ώρα που η ίδια η δομή του αστυνομικού σώματος παρουσιάζει σημαντικές παθογένειες.

Το τραγικό περιστατικό, με τη δολοφονία των 2 αστυνομικών στου Ρέντη, αποτελεί ακόμη ένα παράδειγμα, που δείχνει ότι οι κακοποιοί έχουν πλέον εξελιχθεί σε αδυσώπητους εκτελεστές, ενώ η Ελληνική Αστυνομία παραμένει στάσιμη. Πού οφείλεται όμως αυτή η έκρηξη της βίας; Ποια είναι η επόμενη μέρα;

O γνωστός εγκληματολόγος, Άγγελος Τσιγκρής, αναλύει το πλαίσιο μέσα στο οποίο έχει γεννηθεί η νέα εγκληματικότητα και προτείνει ριζικές αλλαγές στη δομή και τη λειτουργία της αστυνομίας, για να μπορέσει να ανταποκριθεί στις νέες συνθήκες.

«Αυτά που βλέπουμε τώρα είναι τα προεόρτια. Δεν έχουμε δει τίποτα ακόμα», υπογραμμίζει χαρακτηριστικά, επισημαίνοντας ότι όσο συνεχίζεται η εξαθλίωση μεγάλου μέρους των πολιτών της χώρας και όσο δεν υπάρχει ένα δίχτυ προστασίας τωνν ευαίσθητων κοινωνικά ομάδων η κατάσταση θα λάβει το επόμενο διάστημα ανεξέλεγκτες διαστάσεις.

Για να εξηγηθεί καλύτερα η αύξηση της εγκληματικότητας σε αντιδιαστολή με την κατάσταση της κοινωνίας, αναφέρει το παράδειγμα ενός σεισμού. «Όταν γίνεται ένας σεισμός πέφτει το σπίτι. Η πτώση του σπιτιού είναι η διάλυση της κοινωνικής συνοχής και αλληλεγγύης, η ύπαρξη δηλαδή έντονων συγκρουσιακών σχέσεων ανάμεσα στους πολίτες, κάτι που παρατηρούμε να συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα. Η εγκληματικότητα είναι το τσουνάμι που σηκώνει ο σεισμός, το οποίο έρχεται με καθυστέρηση. Οι επιπτώσεις όσον συμβαίνουν σε κοινωνικό επίπεδο στην Ελλάδα σήμερα θα φανούν του χρόνου και η κατάσταση στην εγκληματικότητα αναμένεται να ενταθεί», δηλώνει.
Όσον αφορά την επόμενη μέρα και το κατά πόσο μπορεί η πολιτική ηγεσία να προλάβει τα χειρότερα, χαρακτηρίζει επιτακτική τη σύναψη ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου, το οποίο θα θέτει ένα ισχυρό σώμα προστασίας. «Θα πρέπει να μπει ουσιαστικά ένα μίνιμουμ επίπεδο διαβίωσης όλων. Δεν γίνεται αλλιώς. Δεν μπορεί να συνεχίσει η εξαθλίωση των πολιτών Χρειάζεται ένα κοινωνικό δίχτυ ασφαλείας, στο οποίο να συμμετέχουν όλοι», υπογραμμίζει. Τονίζει δε ότι η ελληνική κυβέρνηση και το αρμόδιο υπουργείο πρέπει να εξετάσουν συγκεκριμένες πολιτικές και να λάβουν άμεσα πρωτοβουλίες, παίρνοντας ως παράδειγμα τις αντεγκληματικές πολιτικές που ακολουθούνται διεθνώς.

«Επικίνδυνο εργαλείο το όπλο, στα χέρια του μέσου αστυφύλακα»

Για σημαντικές παθογένειες…και «κουμπαριές» στο σώμα της ΕΛ.ΑΣ. κάνει λόγο ο κ. Τσιγκρής, προτείνοντας τη δημιουργία νέων, εξειδικευμένων σωμάτων ασφαλείας, καθώς και ενός εθνικού φορέα, ο οποίος θα συντονίζει όλες τις επιμέρους υπηρεσίες για την καλύτερη και ταχύτερη καταπολέμηση του εγκλήματος.

«Ο μέσος αστυφύλακας στην Ελλάδα έχει να πυροβολήσει 10 χρόνια. Επομένως το όπλο του έχει να γεμίσει μια 10ετία. Για να πάει στα σκοπευτήρια – που δεν υπάρχουν – πρέπει να πληρώσει τις σφαίρες ο ίδιος, κάτι που κανένας δεν κάνει. Όταν λοιπόν δίνεις όπλο σε αυτόν τον άνθρωπο, είναι ένα επικίνδυνο εργαλείο στα χέρια του», τονίζει, συμπληρώνοντας πως πρέπει να αλλάξει άμεσα ο νόμος για τη χρήση όπλων από αστυνομικούς.

Αναφέρεται ακόμη και στις συχνές μεταθέσεις σε διάφορες υπηρεσίες, που γίνονται στη χώρα μας, τονίζοντας πως αυτές δεν γίνονται με βάση ορθολογικά κριτήρια, αλλά στο πλαίσιο φιλικών ή συγγενικών σχέσεων ανάμεσα στους προϊσταμένους και τους αστυνομικούς. «Δεν μπορεί κάποιος που έχει υπηρετήσει π.χ. στην Αντιτρομοκρατική, όπου έχει εκπαιδευτεί και έχει αποκτήσει τεχνογνωσία, να πηγαίνει αύριο στην τροχαία, μεθαύριο στην ασφάλεια κ.ο.κ. Αυτό είναι σαν να τον βάζεις να κάνει διαφορετική δουλειά κάθε φορά», αναφέρει, επισημαίνοντας πως πρόκειται για μια πρακτική που συμβαίνει μόνο στη χώρα μας. «Οι σοβαρές αστυνομίες στο εξωτερικό έχουν προσωπικό εξεδεικευμένο, το οποίο έχει τα ίδια καθήκοντα από την ώρα που θα προσληφθεί. Έτσι μαθαίνει και χτίζει την καριέρα του πάνω σε αυτά», τονίζει.

Ερωτηθείς σχετικά με τη συνεργασία των επιμέρους τμημάτων και υπηρεσιών, τονίζει ότι δεν υπάρχει κανένας συντονισμός μεταξύ υπηρεσιών, όπως για παράδειγμα του λιμενικού και της ΕΛ.ΑΣ. ή των τελωνείων και του ΣΔΟΕ. «Πρόκειται για υπηρεσίες, οι οποίες ανήκουν σε διαφορετικά υπουργεία και συντονίζονται από διαφορετικούς ανθρώπους. Οι άνθρωποι που εργάζονται σε ένα τμήμα δεν γνωρίζονται με τους εργαζομένους σε κάποιο άλλο και έτσι η συνεργασία τους είναι δύσκολη», δηλώνει ο εγκληματολόγος.

Παράλληλα, προτείνει τη δημιουργία εξειδικευμένων τμημάτων της αστυνομίας, στο πρότυπο του Τμήματος Ανθρωποκτονιών, το οποίο είναι - όπως δηλώνει – ένα από τα καλύτερα τμήματα εξιχνίασης στον κόσμο. «Όπως έχουμε το εν λόγω τμήμα, πρέπει να έχουμε το τμήμα Ληστειών, το τμήμα Κλοπών, το τμήμα Διαρρήξεων, Πεζής Αστυνόμευσης, Προστασίας, Περιπολίας κ.ο.κ., όπου θα υπηρετούν συγκεκριμένοι αστυνομικοί μόνιμα», αναφέρει.

«Η Ελλάδα χρειάζεται σοβαρότερη αντεγκληματική πολιτική, πιο αξιόπιστες ομάδες δίωξης του εγκλήματος και καλύτερη δημόσια τάξη. Όλες οι αλλαγές επιτάσσεται να γίνουν σήμερα», υπογραμμίζει ο κ. Τσιγκρής.

Ο κ. Τσιγκρής είναι διδάκτωρ της Εγκληματολογίας, έχει διατελέσει εκπρόσωπος της Ελλάδας στο Δίκτυο Πρόληψης της Εγκληματικότητας της ΕΕ και εκπρόσωπος της χώρας μας στη Μόνιμη Αντιπροσωπία του ΟΗΕ για την Πρόληψη του Εγκλήματος και την Ποινική Δικαιοσύνη.

Σε παλαιότερο άρθρο του, ο καθηγητής εγκληματολογίας έχει προτείνει συγκεκριμένες αλλαγές, προκειμένου να σχεδιαστεί μια ορθολογική αντεγκληματική πολιτική στη χώρα. Συγκεκριμένα, αυτά που προτείνει είναι τα εξής:
- Ο επαναπροσδιορισμός του ρόλου και της λειτουργίας της Ελληνικής Αστυνομίας ως κατεξοχήν φορέα παροχής ασφάλειας,
- Η μεταρρύθμιση στη δομή και την οργάνωση του Σώματος,
- Η αποκατάσταση της σχέσης εμπιστοσύνης και συνεργασίας των πολιτών με τους θεσμικούς φορείς ελέγχου του εγκλήματος και
- Η ποσοτική και ποιοτική καταγραφή της εγκληματικότητας στις πραγματικές της διαστάσεις.
Για τον εκσυγχρονισμό των διωκτικών αρχών και την καλύτερη αντιμετώπιση της εγκληματικότητας είναι απαραίτητα:


- Η προσαρμογή των διεθνών προτύπων στις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες της Ελληνικής περίπτωσης,
- Η αλλαγή της νομοθεσίας αναφορικά με τη χρήση των όπλων από τους αστυνομικούς,
- Η δημιουργία ειδικών ομάδων δίωξης με εξειδίκευση σε ιδιαίτερα εγκλήματα,
- Η ενίσχυση των πεζών αστυνομικών περιπολιών,
- Η πάταξη της διαφθοράς στους κόλπους της Αστυνομίας και η ενίσχυση των μηχανισμών αυτοκάθαρσης,
- Η πρόσληψη επιστημονικού προσωπικού,
- Η ορθολογική κατανομή του έμψυχου δυναμικού στην Ελληνική Επικράτεια με βάση τις ανάγκες της κάθε περιοχής για αστυνόμευση,

- Η ανανέωση και ο εκσυγχρονισμός της υλικοτεχνικής υποδομής,
- Η ενημέρωση του προσωπικού στις νέες τεχνολογίες και τις σύγχρονες κατευθύνσεις της αντεγκληματικής πολιτικής και
- Η συνεργασία των σωμάτων δίωξης (Αστυνομία, Πυροσβεστικό Σώμα, Λιμενικό Σώμα, Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων) με τη δημιουργία κοινού θαλάμου επιχειρήσεων και συντονιστικού οργάνου διαχείρισης.

Δεν υπάρχουν σχόλια: